Ενδοβολβική ένεση φαρμάκου

Ενδοβολβική ένεση φαρμάκου

Για τους ασθενείς με υγρού τύπου ΗΕΩ οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια θεραπείας, υπάρχουν τώρα χρήσιμες θεραπείες με τη μορφή ενδοϋαλοειδών anti-VEGF ενέσεων που μπορούν να βοηθήσουν προσωρινά να σταματήσει ο σχηματισμός νεοαγγείωσης. Οι δύο επιλογές θεραπείας ANTI-VEGF φαρμάκων είναι: το ranibizumab (Lucentis), και το aflibercept (Eylea). Είναι, σε γενικές γραμμές, πολύ παρόμοια φάρμακα, με ισοδύναμη αποτελεσματικότητα.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι ασθενείς χρειάζονται συνεχείς αξιολογήσεις και εγχύσεις, εάν ή όταν ξεκινήσει αυτή η διαδικασία.
Αν και μερικοί ασθενείς έχουν βελτιώσει όραση, η όραση των περισσότερων ασθενών θα σταθεροποιηθεί μετά τη θεραπεία. Οι ενέσεις ANTI-VEGF κατά κανόνα δεν μπορούν να αποκαταστήσουν την όραση που έχει ήδη χαθεί, και δεν εμποδίζουν πάντα την περαιτέρω απώλεια της όρασης που προκαλείται από την εκφύλιση της ωχράς κηλίδας. Ωστόσο πολλοί ασθενείς ανταποκρίνονται σε αυτές τις εγχύσεις και διατηρούν ένα πολύ χρήσιμο επίπεδο όρασης, σε έναν οφθαλμό που προηγουμένως θα αντιμετώπιζε αναπόφευκτη ταχεία μείωση της κεντρικής οξύτητας

Μετά από μυδρίαση (διαστολή της κόρης του ματιού), τοπική αναισθησία με αναισθητικές σταγόνες και αντισηψία της περιοφθαλμικής περιοχής, το φάρμακο εγχύεταιι στο υαλοειδές, το οποίο είναι το ζελέ στον οπίσθιο θάλαμο του ματιού.
Χορηγούνται αντιβιοτικές οφθαλμικές σταγόνες για να μειωθεί η πιθανότητα μόλυνσης μετά την ένεση.

Οι ενέσεις ANTI-VEGF φαρμάκων στο υαλοειδές του ματιού (ενδοϋαλοειδικές ενέσεις), επαναλαμβάνονται μία φορά το μήνα, συνήθως για τουλάχιστον 3 μήνες και αργότερα, ανάλογα με την περίπτωση, όπως απαιτείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ο οφθαλμίατρος θα σας πει πόσο συχνά θα πρέπει να σας χορηγηθεί η ένεση, και σε ποιό χρονικό διάστημα. Συχνά, απαιτείται συνεχής οφθαλμολογική παρακολούθηση και έλεγχος της ωχράς με OCT. Σε κάποιες περιπτώσεις ενδέχεται να απαιτηθούν πολλαπλές εγχύσεις, κάθε μήνα και ίσως για αρκετά χρόνια.

Εάν καθυστερήσετε την έναρξη της θεραπείας, η κεντρική σας όραση μπορεί να συνεχίσει να επιδεινώνεται σε ένα αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα, σε σημείο που η θεραπεία με εγχύσεις μπορεί να μην βοηθήσει πλέον. Αν και η ΗΕΩ σχεδόν ποτέ δεν προκαλεί πλήρη τύφλωση, μπορεί να μειώσει σημαντικά την κεντρική όραση.

Συχνές ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες της διαδικασίας είναι : ήπιο οφθαλμικό άλγος, αιμορραγία υαλοειδούς, εξιδρώματα, οίδημα του κερατοειδούς, φλεγμονή του ματιού και διαταραχές της όρασης όπως μικρά μετακινούμενα στίγματα.
Σοβαρές επιπλοκές της διαδικασίας ενδοϋαλοειδικών ενέσεων είναι σπάνιες, αλλά περιλαμβάνουν αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς, σχηματισμό καταρράκτη και λοίμωξη (ενδοφθαλμίτιδα) μέσα στο μάτι. Αυτές οι σοβαρές επιπλοκές μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρή, μόνιμη απώλεια της όρασης. Στις κλινικές δοκιμές, αυτές οι επιπλοκές εμφανίστηκαν σε ποσοστό μικρότερο από 0,1% των ενέσεων, άρα είναι πολύ σπάνιες. Άλλες σοβαρές επιπλοκές όπως φλεγμονή μέσα στο μάτι και αυξημένη πίεση στο μάτι παρατηρήθηκαν σε ποσοστό μικρότερο από 0,2% στις κλινικές δοκιμές έγκρισης των φαρμάκων.

Υπάρχει θεωρητικά αυξημένος κίνδυνος θρόμβωσης του αίματος (όπως καρδιακή προσβολή ή αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο) μετά από ενδοϋλοειδική χορήγηση φαρμάκων που επηρεάζουν την ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων (όπως το Lucentis και το Eylea). Ωστόσο παρατηρήθηκε χαμηλή συχνότητα τέτοιων περιστατικών στις κλινικές δοκιμές.
Οι ασθενείς με ιστορικό εγκεφαλικού επεισοδίου ενδέχεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για καινούργιο εγκεφαλικό επεισόδιο, αν και αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί. Εάν έχετε ιστορικό εγκεφαλικού επεισοδίου ή καρδιακής προσβολής, παρακαλείσθε να το συζητήσετε με τον οφθαλμίατρο σας.
Κάθε φορά που χρησιμοποιείται ένα φάρμακο σε μεγάλο αριθμό ασθενών, ενδέχεται να προκύψουν τυχαία προβλήματα τα οποία δεν θα μπορούσαν να έχουν σχέση με τη θεραπεία. Για παράδειγμα, οι ασθενείς με υψηλή αρτηριακή πίεση και καπνιστές έχουν ήδη αυξημένο κίνδυνο για καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια. Αν ένας τέτοιος ασθενής κατά τη διάρκεια της ένεσης ANTI-VEGF πάθει καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο, αυτό μπορεί να προκληθεί από την υψηλή αρτηριακή πίεση και/ή το κάπνισμα, και δεν οφείλεται αναγκαστικά στη συγκεκριμένη θεραπεία.

Η κατάσταση σας μπορεί να μην βελτιωθεί ή μπορεί να χειροτερέψει παρά τις ενέσεις. Οποιαδήποτε ή όλες οι επιπλοκές που περιγράφονται παραπάνω μπορεί να προκαλέσουν μείωση της όρασης ή μικρή πιθανότητα τύφλωσης. Ενδέχεται να χρειαστούν πρόσθετες διαδικασίες για τη θεραπεία αυτών των επιπλοκών.

Όσον αφορά τις μελλοντικές δυνατότητες θεραπείας της ξηρής μορφής ΗΕΩ, υπάρχει μια τεράστια έρευνα για ενέργειες όπως οι ‘Συμπληρωματικές θεραπείες’ ή οι ‘Γονιδιακές θεραπείες’ που προσπαθούν να αποτρέψουν την εμφάνιση αυτών των αλλαγών ή η θεραπεία βλαστοκυττάρων που στοχεύει στην αποκατάσταση του κατεστραμμένου ιστού του αμφιβληστροειδούς.